Translate

Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2014

Κατά της έννοιας του έθνους για Δημοκρατία, Φασισμό ή Κομουνισμό - Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος ως παγκόσμιος εμφύλιος πόλεμος.

0 Β' Παγκόσμιος πόλεμος εμφανίζεται ως Παγκόσμιος Εμφύλιος Πόλεμος.                                                                                                                                                                                                                                    Η παραδοσιακή νομιμοφροσύνη απέναντι στο έθνος διαλύεται καθώς στέκονται αντιμέτωπα τα ανθρωπιστικά συστήματα και οι ιδεολογίες.                                                                                          
                                                                                                                           Με τον B' παγκόσμιο πόλεμο διαλύεται, στις χώρες που πήραν μέρος σε αυτόν, η παραδοσιακή νομιμοφροσύνη απέναντι στο έθνος: έτσι, συγγραφείς όπως ο Αμερικανός Έζρα Πάουντ, ο Νορβηγός Κνουτ Χάμσουν, ο Γερμανός Τόμας Mαν, ο Γάλλος Λουί Φερντινάντ Σελίν, επιτίθενται κατά του έθνους τους. Πολιτικοί συνεργάζονται με τον εχθρό. Ανάλογα με την ημερομηνία, ανακηρύσσονται σε ήρωες ή καταδικάζονται ως προδότες.
Ήδη από πολύ νωρίς, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Φραγκλίνος Ρούζβελτ είχε αναγνωρίσει τη νέα κατάσταση. Σε έναν μελλοντικό παγκόσμιο πόλεμο θα στέκονταν αντιμέτωπα ανθρωπιστικά συστήματα και ιδεολογίες που θα ξεπερνούσαν την έννοια του έθνους. Η δημοκρατία και ο δυτικός πολιτισμός θα πολεμούσαν κατά του φασισμού και του ναζισμού. Με τον κομμουνισμό, ο πρόεδρος θεωρούσε ότι θα ήταν δυνατή μια συμμαχία και μια μελλοντική συνεργασία. Καινούριες νομιμοφροσύνες ξεπρόβαλλαν, το ίδιο αδυσώπητες όπως και οι παλιές. Ο Τσαρλς Λίντμπεργκ π.χ., ο οποίος είχε εκφράσει συμπάθεια για κάποιες απόψεις του φασισμού, αναγκάστηκε το 1941, με την υποψία της προδοσίας, να αποχωρήσει από την πολιτική ζωή. Μόνο με ψευδώνυμο και ιδιωτικά μπόρεσε να πάρει μέρος στον πόλεμο και να πετάξει κατά γιαπωνέζικων στόχων. Όπως αναφέρει η Αμερικανίδα Μάργκαρετ Μπόβερι, είχε δημιουργηθεί μια ατμόσφαιρα προδοσίας, η οποία έφτασε βαθιά μέχρι την εποχή του ψυχρού πολέμου. Η κατηγορία της προδοσίας κατευθύνθηκε τότε από τον Τζόζεφ Μακάρθι εναντίον συνεργατών του προέδρου Ρούζβελτ.                                                                                            
                                                                                         Κουίσλινγκ. Τον 19ο αιώνα, η συνεργασία με μια δύναμη κατοχής ήταν σχεδόν αυτονόητη και σε κάθε περίπτωση όχι συκοφαντική. Τώρα η συνεργασία ήταν ταυτόσημη με την προδοσία. Ακόμη και απολιτικοί συγγραφείς, όπως ο γηραιός Κνουτ Χάμσουν, κατηγορήθηκαν ως προδότες της χώρας τους. Ο Χάμσουν είχε ανακοινώσει δημόσια τη συμπάθειά του για τον εθνικοσοσιαλιστικό μυστικισμό του αίματος και της γης και είχε συμφωνήσει με την πολιτική του Κουίσλινγκ ο οποίος, όπως συμπέραινε σε μια εφημερίδα, επιδίωκε μια "τιμητική θέση για τη Νορβηγία μέσα σε έναν μεγαλογερμανικό σύνδεσμο κρατών". Ένα νορβηγικό δικαστήριο τον καταδίκασε σε μια υψηλή χρηματική ποινή. Ο Κουίσλινγκ έγινε το πρότυπο του συνεργάτη των κατακτητών. Ο βόρειος εθνικιστής, πρώην συνεργάτης του Φρίντγιοφ Νάνσεν και πρώην κομμουνιστής, αφοσιώθηκε σε μια "συντηρητική επανάσταση": Την ανανέωση του κράτους από την ελίτ και την ίδρυση της εθνικής συνάθροισης, η οποία τελικά διέθετε πάνω από 3.000 μέλη. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής εισβολής στη Νορβηγία το 1940, ο Κουίσλινγκ κάλεσε τους συμπατριώτες του να σταματήσουν την αντίσταση. Παρά τη θέληση του βασιλιά Χάακον, και καταργώντας το Σύνταγμα, ανακηρύσσει τον εαυτό του πρωθυπουργό. Στα μάτια των συμπατριωτών του, αυτό ήταν προδοσία της πατρίδας. Από κεί και μετά οι Νορβηγοί με ηγέτη τον βασιλιά τους αντέταξαν πεισματική αντίσταση. Κατά τη γερμανική κατοχή, 40.000 Νορβηγοί κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και μόνο οι μισοί από τους 1.000 Νορβηγούς Εβραίους γλίτωσαν τη μεταφορά στα στρατόπεδα του θανάτου. Ο ίδιος ο Κουίσλινγκ είχε εν τω μεταξύ απομακρυνθεί αρκετά από τον ρατσισμό του Χίτλερ. 'Ετσι κάλεσε τους Γερμανούς να μπουν ως επευθερωτές στη Ρωσία. Το ξεπούλημα της χώρας του δεν μπόρεσε να το αποτρέψει, παρά τη συνεργασία του με τους κατακτητές. Στις 24 Οκτωβρίου, ο Κουίσλινγκ καταδικάστηκε σε θάνατο, με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας.                          
                                                                                                                        Η Γαλλία του Βισί.                                                                                     Την ώρα της κατάρρευσης, ο στρατάρχης Φιλίπ Πετέν, ο μεγάλος Σιωπηλός, αγαπημένος μαθητής του οποίου υπήρξε ο Ντε Γκολ, αναλαμβάνει μετά από παράκληση της Εθνικής Αντιπροσωπίας να εκπροσωπήσει τη Γαλλία. Στην αρχή ο Πετέν γίνεται πρόεδρος του κράτους και με το σύνθημα "Εργασία, Οικογένεια, Πατρίδα" δημιουργεί ένα πατερναλιστικό, αυταρχικό καθεστώς. Προς τα έξω ο Πετέν είχε αρχικά κάποιες επιτυχίες, ιδιαίτερα στη μη κατειλημμένη ζώνη του Βισί, στον Νότο. Εκεί είχε αρκετά μεγάλο μερίδιο στο γεγονός ότι ο Ισπανός δικτάτορας Φράνκο δεν μπήκε ενεργά υπέρ της Γερμανίας στον πόλεμο. Την προσάρτηση της Αλσατίας-Λοθαριγγίας από το Ράιχ ο Πετέν δεν μπόρεσε να την αποτρέψει. Στο εσωτερικό, μια από τις επιτυχίες του ήταν η επιστροφή στις εστίες τους 600.000 Γάλλων αιχμαλώτων πολέμου. Με την εντεινόμενη όμως παρακμή της Γερμανίας δύναμης, η κατάσταση επιδεινώθηκε. Αποφασιστικό σημείο στροφής ήταν η 11η Νοεμβρίου 1940, η ημέρα κατά την οποία οι Γερμανοί, μετά από παραβίαση της εκεχειρίας την οποία είχαν συμφωνήσει το 1940, προέλασαν στη μη κατεχόμενη ζώνη. Ο Πετέν παρέμεινε βέβαια στην εξουσία, αλλά ήταν πια μόνο μια σκιά. Αυτός που είχε στα χέρια του την πραγματική εξουσία ήταν ο πρωθυπουργός Πιέρ Λαβάλ, συνεργάτης των κατακτητών. Ο Λαβάλ ήταν απόλυτα πεπεισμένος ότι η Γερμανία θα κερδίσει τον πόλεμο κι ονειρευόταν μια ενωμένη Ευρώπη, κάτω από την ηγεσία των Γερμανών: ένα σχέδιο το οποίο ανήκε στα παιχνίδια πολιτικής σκέψης της εποχής και το οποίο τρόμαζε μεν τους Άγγλους, δεν έβρισκε όμως καθόλου σύμφωνο τον Χίτλερ. Οι εκκλήσεις των Μουσολίνι και Πιέρ Λαβάλ, οι οποίοι πίστευαν σε αυτό το σχέδιο, δεν εισακούστηκαν τελικά. Ο Λαβάλ είχε εμπιστοσύνη στη δύναμη των λόγων του και δεν σταματούσε να επιμένει: "Δεν το αξίζω να με κλωτσάει κανείς συνεχώς. Θα έπρεπε να με έβαζαν στη θέση του Ρίμπεντροπ (υπουργός εξωτερικών). Εγώ θα έκανα πολιτική". Εν τω μεταξύ, το καθεστώς κατοχής γινόταν όλο και πιο πιεστικό. Οι άνθρωποι αγανακτούσαν που το καθεστώς του Βισί βοηθούσε στον εκτοπισμό 75.000 Εβραίων, καθώς και για το γεγονός ότι ο Πετέν ανεχόταν, χωρίς δημόσιες διαμαρτυρίες την αναγκαστική αποστολή χιλιάδων Γάλλων εργατών στη Γερμανία. Μετά την απελευθέρωση της Γαλλίας, το 1945, το Ανώτατο Δικαστήριο καταδίκασε τον 89χρονο Πετέν και τον Λαβάλ σε θάνατο, για συνεργασία με τους κατακτητές. Ο Λαβάλ εκτελέστηκε, ο Πετέν όμως πήρε τελικά χάρη.                                                                                                                                                                               
Ο στρατός του Βλάσοφ.                                                                                Μια τραγική φιγούρα ανάμεσα στους συνεργάτες των κατακτητών ήταν ο στρατηγός Α. Αντρέγιεβιτς Βλάσοφ, ο ήρωας της Μόσχας. Το καλοκαίρι του 1942, μετά τον αποδεκατισμό της στρατιάς του από προδοσία, ο Βλάσοφ καταλήγει σε γερμανική αιχμαλωσία.  Γι' αυτόν δεν υπήρχε πια οδός επιστροφής. Ο Στάλιν θα τον εκτελούσε. Το τι του συνέβη στη μοναξιά της αιχμαλωσίας, δεν το γνωρίζουμε. Ο Ρώσος πατριώτης ήρθε σε ρήξη με τον μπολσεβικισμό και υπέπεσε σε προδοσία. Νόμιζε ότι θα μπορούσε να συστήσει έναν στρατό εθελοντών από Ρώσους αιχμαλώτους πολέμου και λιποτάκτες και με αυτούς να "ελευθερώσει" τη Ρωσία. Το σχέδιό του όμως βρήκε τελικά υποστήριξη μόνο από μερικούς ανώτατους αξιωματικούς και μέλη των Ες Ες. Ο Χίτλερ απέρριψε το σχέδιο και χρησιμοποίησε τον Βλάσοφ και τον στρατό του μόνο για προπαγανδιστικούς λόγους. Για τον ιδεολόγο ρατσιστή, για τον οποίο οι Σλάβοι ήταν φυλετικά κατώτεροι, παρά τα όσα υποστήριζε η προπαγανδα, 
ούτε η Ευρώπη του έλεγε τίποτα ούτε ο αγώνας κατα
του μπολσεβικισμού. Έτσι, ο Βλάσοφ βρέθηκε μόνος ανάμεσα σε δύο στρατόπεδα. Και κάτι ακόμη χειρότερο: Προσπαθούσε να υπερασπιστεί χαμένα χαρακώματα. Μόνο λίγο πριν την τελική πτώση, το 1944, ο Χίτλερ επέτρεψε τη χρησιμοποίηση δύο μεραρχιών του Βλάσοφ κατά του Κόκκινου Στρατού. Ας έπεφταν δηλαδή κι οι Ρώσοι στην ίδια κόλαση, στην οποία έτσι κι αλλιώς είχε πέσει ήδη ο γερμανικός λαός. Ο Βλάσοφ και οι άνθρωποί του μπήκαν κατά ειρωνεία της τύχης το 1945 στην Πράγα ως ελευθερωτές. Από κει πέρασαν σε αμερικανική αιχμαλωσία και μετα το τέλος του πολέμου παραδόθηκαν από τους Αμερικανούς στη Σοβιετική Ένωση, όπου και εκτελέστηκαν για εσχάτη προδοσία.                                                                                              
                                                                                                                           Κατά της κυβέρνησης της χώρας του.                                             Μοναχική ήταν τελικά και η γερμανική αντίσταση, χωρίς στήριξη από τον γερμανικό πληθυσμό και χωρίς ανταπόκριση από τις κυβερνήσεις των Συμμάχων. Ακέραιοι άνδρες σε υπεύθυνες θέσεις, οι οποίοι δεν έτρεφαν πια καμία αυταπάτη για τον Χίτλερ και την πολιτική του, ήταν έτοιμοι να προδώσουν τη χώρα τους και να αποδεχτούν μια ήττα. Σε πρώτη θέση πρέπει να αναφερθούν εδώ το υπουργείο Εξωτερικών και η υπηρεσία αντικατασκοπίας. Ο συνταγματάρχης Χανς Όστερ, στενός συνεργάτης του ναύαρχου Βίλελμ Κανάρις στην αντικατασκοπία, ειδοποίησε το 1939/40 τη δανική, τη νορβηγική και την ολλανδική κυβέρνηση για την επικείμενη γερμανική επίθεση. Ο υπάλληλος υπουργείου Αρβιντ Χάρνακ και ο διευθυντής του τομέα αντικατασκοπίας στο υπουργείο Αεροπορίας Χαρο Σούλτσε-Μπόισεν, ένας ανιψιός του ναυάρχου Τίρπιτς, έκαναν επαφές μέσω Σουηδίας με σοβιετικές υπηρεσίες. Αυτοί ήταν τελικά που συνέστησαν τον πυρήνα ενός αντιστασιακού κύκλου με το όνομα Κόκκινη Ορχήστρα. Το όνομα η οργάνωση το πήρε από την Γκεστάπο. Μυστικός πράκτορας στην υπηρεσία της Κομιντέρν ήταν και ο Ρίχαρντ Ζόργκε, ο οποίος, ως ανταποκριτής της "Φρανκφούρτερ Τσάιτουνγκ", είχε στήσει από το 1933 στο Τόκιο ένα κατασκοπευτικό δίκτυο. Τον Οκτώβριο του 1941, ένας ανεπίσημος συνεργάτης της γερμανικής πρεσβείας είχε μεταδώσει στον Στάλιν την πληροφορία, ότι η Ιαπωνία δεν θα έκανε επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Όλες όμως τις προειδοποιήσεις, ιδιαίτερα για τη γερμανική επίθεση, ο Στάλιν τις είχε πετάξει στα σκουπίδια.                                                                                          
                                                                                                                        Η λάθος φυλή.                                                                                              'Ολοι όσους αναφέραμε μέχρι τώρα, έδρασαν από πολιτική και ιδεολογική πεποίθηση κατά του έθνους τους. Διαφορετική από αυτούς ήταν Ίβα Τογκούρι, που γεννήθηκε μεν το 1920 στο Λος Άντζελες, δυστυχώς, όμως, από Ιάπωνες γονείς. Η Τογκούρι, ως παιδί μεταναστών, μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον απόρριψης κάθε τι του ασιατικού. Ιδιαίτερα οι Ιάπωνες, ακόμη και στη νέα τους πατρίδα, ήταν χαρακτηρισμένοι ως "κίτρινος κίνδυνος". Η νεαρή ζωολόγος βρέθηκε τυχαία το 1941 στο Τόκιο, κατά την έναρξη του πολέμου. Από το Λος Άντζελες μαθαίνει ότι όλοι οι πολίτες ιαπωνικής καταγωγής των ΗΠΑ κλείστηκαν για  προληπτικούς λόγους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η νομιμοφροσύνη της Τογκούρι απέναντι στη νέα πατρίδα της διαλύεται. Το 1943 μπαίνει στην υπηρεσία της γιαπωνέζικης πολεμικής προπαγάνδας. Οι Αμερικανοί ήταν εν τω μεταξύ ενθουσιασμένοι από τις εκπομπές της στο ραδιόφωνο και της είχαν δώσει το κωδικό όνομα "Ρόδο του Τόκιο". Το 1949, μετά τη δίκη της, το κοινό περίμενε ανυπόμονα την αθώωσή της. Το δικαστήριο όμως καταδίκασε την Τογκούρι σε δέκα χρόνια φυλακή για εσχάτη προδοσία.                                                                                            
                    
http://to-emblima.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου